Το θέμα της ορθής διαχείρισης και εξοικονόμησης ενέργειας αποτελεί παγκόσμια πρόκληση η οποία έχει καταφέρει τελευταία να θέσει σαφείς εθνικούς στόχους οι οποίοι συνδέονται με τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, την εφαρμογή πολιτικών για την ενεργειακή αποδοτικότητα και τις επιπτώσεις αυτής στις πολιτικές οικονομικού, χωροταξικού και κοινωνικού σχεδιασμού. Όσο αυτονόητη ακούγεται η εθνική δράση, άλλο τόσο προβληματική φαίνεται να είναι η ανάδειξη και προώθηση του προβλήματος στις τοπικές κοινωνίες. Αντιστοίχως, διαπιστώνεται έλλειμμα στην ενημέρωση και τις δράσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης. Το έλλειμμα αυτό είναι απολύτως κατανοητό αν συλλογιστεί κανείς ότι ακόμα και η παγκόσμια περιβαλλοντική και ενεργειακή δράση, απαίτησε σκληρές και επίπονες διαπραγματεύσεις ώστε να καταλήξει σε εθνικές δεσμεύσεις. Από την άλλη πλευρά, το αντικείμενο είναι έχει ειδικές τεχνογνωστικές διαστάσεις και απαιτεί καλλιέργεια διαφορετικής διαχειριστικής κουλτούρας και σκέψης στους ΟΤΑ. Δεν απαιτούνται μόνο νέοι άνθρωποι και πόροι, απαιτείται πολιτική βούληση εφαρμογής ενός σχεδίου που δεν έχει απλώς αρχή, μέση και τέλος. Η πρόκληση έχει δυναμική συνεπώς πρέπει να ενσωματωθεί στη βασική λειτουργία των ΟΤΑ τόσο ως ευκαιρία όσο ως αναπόφευκτη δράση.
Είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι η ενεργειακή βιωσιμότητα στις τοπικές κοινωνίες συνδέεται άρρηκτα με τη βελτίωση ενός κακοποιημένου αστικού περιβάλλοντος και μίας υποβαθμισμένης ποιότητας αστικής ζωής. Επιπροσθέτως, η ενεργειακός σχεδιασμός αποτελεί άκρως απαραίτητο όρο ανάπτυξης, προώθησης της τοπικής και περιφερειακής επιχειρηματικότητας και κοινωνικής παρέμβασης στο πρόβλημα της ανεργίας. Άρα, το στοίχημα της καθαρής και ενεργειακά βιώσιμης πόλης αφορά όλους και φωτογραφίζει ως κυρίαρχο στόχο τον ευαισθητοποιημένο πολίτη. Αυτό βεβαίως προϋποθέτει συμμετοχή όλων των φορέων σε όλο το εύρος των απαιτούμενων σχεδιασμών και δράσεων δηλαδή, τον σχεδιασμό, καθορισμό και την υλοποίηση των σχετικών έργων, την ενημέρωση, τη συνεργασία εντός και εκτός πόλης φορέων και οργανισμών και την ανάπτυξη ενός μηχανισμού αυτοαξιολόγησης της πόλης μέσα από ρεαλιστικούς δείκτες αποτελεσματικότητας. Ο μηχανισμός αξιολόγησης περιλαμβάνει και αναφέρεται στην ποιότητα της διοίκησης και το βαθμό δέσμευσης της Δημοτικής Αρχής, την ένταξη των ενεργειακών δράσεων στο μακρόπνοο επιχειρησιακό σχέδιο του Δήμου, την εκπαίδευση αιρετών, υπηρεσιακών παραγόντων και πολιτών, την ένταξη σε χρηματοδοτικά προγράμματα και πρωτόκολλα συνεργασίας (βλέπε ‘Εξοικονομώ’) και τις διαδικασίες.
Η επίσημη πολιτεία, το κέντρο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, μη κυβερνητικές οργανώσεις και ο κοινός νους μας δίνουν συγκεκριμένες κατευθύνσεις ώστε να οργανώσουμε τις διαδικασίες ενεργειακής δράσης. Καταγράφουμε τα κτίρια, τις συσκευές και παρακολουθούμε τις ενεργειακές καταναλώσεις. Ορίζουμε υπεύθυνους ενεργειακούς διαχειριστές. Καταγράφουμε επεμβάσεις, επισκευές και επεμβάσεις (μερεμέτια) που επιδέχονται τα παλαιά κτίρια : από μονώσεις και αντικατάσταση υαλοπινάκων έως κουφώματα και αλλαγή κλιματιστικών μονάδων. Χρησιμοποιούμε λαμπτήρες εξοικονόμησης ενέργειας. Εφαρμόζουμε τεχνολογία διαχείρισης κτιρίων (facility management system). Καταγράφουμε την ενεργειακή συμπεριφορά όλου του ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού. Ζητάμε από τους αρχιτέκτονες να προτείνουν αισθητικές λύσεις σκίασης στα ανοίγματα ανάλογα με τον προσανατολισμό του κτιρίου. Αερίζουμε τους χώρους και τοποθετούμε ανεμιστήρες οροφής ώστε να μειώσουμε τη χρήση των κλιματιστικών. Φυτεύουμε ταράτσες. Με απλές παρεμβάσεις μπορούμε να μειώσουμε την κατανάλωση από 20-50%. Σημειώνεται ότι για τέτοιου είδους παρεμβάσεις, πόλεις με πληθυσμό έως 150000 κατοίκους, επιδοτούνται από το πρόγραμμα ‘Εξοικονομώ’ με ποσά έως 1,5 εκατ. Ευρώ.
Επιπροσθέτως πρέπει να υπάρχει καθαρή πολιτική βιοκλιματικού σχεδιασμού στα νέα κτίρια της πόλης. Η πολιτική αυτή πρέπει να ξεκινά από τα Δημοτικά κτίρια αλλά να εξελιχθεί ως κουλτούρα στον ιδιωτικό κατασκευαστικό κλάδο. Αντίστοιχα σχόλια αφορούν τους υπαίθριους και κοινόχρηστους χώρους. Απαιτείται κουλτούρα πρασίνου, χρήση ψυχρών υλικών και χρωμάτων, έξυπνη διαχείριση κοινόχρηστου εξωτερικού ιδιωτικού και δημοτικού φωτισμού με εφαρμογή νέων τεχνολογιών χαμηλού κόστους. Με τον τρόπο αυτό γίνεται παρέμβαση στο μικροκλίμα και δημιουργούνται συνθήκες θερμικής και οπτικής άνεσης. Στο πλαίσιο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία να τονίσουμε πόσο σημαντική είναι η αξιοποίηση του θαλάσσιου μετώπου στις πόλεις της Κορινθίας. Βεβαίως, αυτό απαιτεί συγκεκριμένες δράσεις πέρα των αυτονόητων γενικών διαπιστώσεων και δηλώσεων. Τέτοιες δράσεις συμπεριλαμβάνουν και τη πολεοδομική αντίληψη και το σχεδιασμό της πόλης. Ένα απλό παράδειγμα αφορά τη Δημοτική Αγορά της Κορίνθου η οποία αποτελεί ένα χώρο περίπου 1200 τμ, ηλιόλουστο, πανταχόθεν ανοιχτό και αεριζόμενο με μόνο εμπόδιο ένα ψηλό κτίριο στη δυτική πλευρά. Η διαχείριση αυτού του χώρου αφορά και το είδος της ενεργειακής διαχείρισης που επιθυμεί η πόλη.
Ιδιαίτερη μνεία απαιτείται στις πολιτικές για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να έχουν λόγο, συμμετοχή και γνώση των χωροταξικών πολιτικών. Πρέπει να κατανοηθεί ότι η χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θωρακίζει ενεργειακά τη τοπική κοινωνία τις κρίσιμες ενεργειακά στιγμές. Όταν οι υψηλές θερμοκρασίες απαιτούν αυξημένη χρήση κλιματιστικών, την ίδια ώρα, οι φωτοβολταικές μονάδες αποδίδουν τα μέγιστα. Το νομοθετικό πλαίσιο αρχίζει να βελτιώνεται και η σχετικές δράσεις αρχίζουν να πυκνώνουν. Είμαστε ακόμα μακριά από τους παγκόσμιους και εθνικούς στόχους και έχουμε υποχρέωση να συμμετέχουμε ως τοπικές κοινωνίες. Πέρα από τις ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες απέναντι στην εκτεταμένη χρήση λιθάνθρακα που καταστρέφει τον Κορινθιακό, είναι ώρα να δούμε ρηξικέλευθες ιδέες όπως η ενεργειακή αξιοποίηση των κυμάτων και ρευμάτων και η ανάπτυξη θαλάσσιων αιολικών πάρκων εντός Κορινθιακού κόλπου, μακριά από τις κατοικημένες περιοχές. Δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικό ότι οι παραπάνω προτάσεις δεν πρωτοτυπούν αλλά έχουν ήδη εφαρμοστεί με επιτυχία σε περιοχές που η ηλιοφάνεια και η θάλασσα αποτελούν ζητούμενα.
Γίνεται άμεσα αντιληπτό ότι η ενεργειακή συνείδηση έρχεται ως αίτημα με το χαρακτηρισμό ‘ΕΠΕΙΓΟΝ’. Προτείνεται η άμεση ανάληψη πρωτοβουλιών έτσι ώστε να αξιοποιηθούν και αναδειχθούν οι τοπικές ιδιαιτερότητες. Μεμονωμένες πρωτοβουλίες είναι πράγματι ενθαρρυντικές, αξιέπαινες και πρέπει να ενταθούν διότι αποδεικνύουν ότι η περιφέρεια έχει δυνατότητες αρκεί να απελευθερώσει δημιουργικές ιδέες και δυνάμεις.
Αρθρο του Λάμπρου Κωστάρα στο περιοδικό 'ΜΑΖΙ'
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου